Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

Χρειάζεται μνημόνιο το ΥΠΠΟΤ;

Χρειάζεται μνημόνιο το ΥΠΠΟΤ;

«Ο πολιτισμός χρειάζεται χρήματα, αλλά με χρήματα δεν αγοράζουμε πολιτισμό». Η ρήση ανήκει στον υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού, Παύλο Γερουλάνο, και ακούστηκε σε μια από τις τελευταίες συνεδριάσεις της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων της Βουλής.
Λουκέτο σε αρχαιολογικό χώρο. Δεν είναι το μόνο. Και τα ανοιχτά μουσεία υπολειτουργούν. Ο εξορθολογισμός των εξόδων του ΥΠΠΟΤ είναι πιο αναγκαίος παρά ποτέ. Λουκέτο σε αρχαιολογικό χώρο. Δεν είναι το μόνο. Και τα ανοιχτά μουσεία υπολειτουργούν. Ο εξορθολογισμός των εξόδων του ΥΠΠΟΤ είναι πιο αναγκαίος παρά ποτέ. Πράγματι, θα μπορούσε κάποιος να συμφωνήσει ότι εκτός από χρήματα χρειάζεται κατ' αρχήν η δίκαιη και αξιοκρατική κατανομή τους, η έλλογη και χρηστή διαχείρισή τους και -αφού μιλάμε για πολιτισμό- έμπνευση, πρωτοποριακό πνεύμα, πραγματική προσφορά στην κοινωνία. Τα προβλήματα αρχίζουν από τη στιγμή που αυτή η φράση έρχεται ως ιδεολόγημα και τσιτάτο τύπου Πάολο Κοέλιο προκειμένου να δικαιολογήσει τις περικοπές στον πολιτισμό, που ήταν ανέκαθεν φτωχότερος έναντι άλλων τομέων της δημόσιας ζωής.
Φυσικά και είναι αλήθεια ότι στο κομμάτι της χρηματοδότησης του πολιτισμού πολλές «αμαρτίες» έχουν διαπραχθεί και όλες οι ασθένειες έχουν εκδηλωθεί: και σπατάλη και κακή διαχείριση και διαρροή εσόδων και διαφυγόντα κέρδη και ημετερισμός, αλλά και οικονομικό στραγγάλισμα πολλών τομέων. Αλλά αν μιλάμε για εξορθολογισμό και δίκαιη κατανομή σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες του πολιτισμού, το θέμα παραμένει πάντα από ποιά θέση κανείς αξιολογεί τις ανάγκες.
Η απόφαση να βγουν 95 εκ. ευρώ από τα κρατικά ταμεία για το δάνειο του Μεγάρου Μουσικής, μπορεί να ανήκει στην κυβέρνηση και όχι αποκλειστικά στο ΥΠΠΟΤ, επειδή όμως το κράτος είναι ενιαίο, βαραίνει και το ίδιο το ΥΠΠΟΤ. Ειπώθηκε ότι το Μέγαρο Μουσικής θεωρείται δημόσιο αγαθό που πρέπει να διασωθεί. Αναρωτιέται, λοιπόν, κανείς αν το Κρατικό Ωδείο Θεσσαλονίκης που πνέει τα λοίσθια και οδηγείται σε κλείσιμο, αφού από το 2009 έως σήμερα η κρατική επιχορήγηση προς αυτό μειώθηκε τουλάχιστον 50%, είναι λιγότερης σημασίας δημόσιο αγαθό, παρά το γεγονός ότι αυτό είναι 100% δημόσιο. Το ίδιο αναρωτιέται κάποιος και για την Ορχήστρα των Χρωμάτων για τα χρέη της οποίας - που ξεπερνούν τα 2 εκ. ευρώ - δεν βρέθηκε άλλη λύση πέρα από τη συγχώνευσή της με τα Μουσικά Σύνολα της ΕΡΤ. Στην προκειμένη περίπτωση το φετινό κόστος της ελληνικής συμμετοχής στη Γιουροβίζιον, που έφτασε στο 220.000 ευρώ ας μας επιτραπεί να συμπεριληφθεί στις σπατάλες.
Πολύ σωστά τα 4,5 εκατομμύρια για το στέγαστρο του Λυκείου του Αριστοτέλη στη Ρηγίλλης έγιναν 1 εκατ. προκειμένου τα υπόλοιπα χρήματα της χορηγίας του ΟΠΑΠ να διατεθούν σε άλλες επείγουσες ανάγκες. Μήπως όμως ό,τι περίσσεψε έγινε χορηγία προς το Μουσείο Μπενάκη προκειμένου να οργανώσει από κοινού με το ΥΠΠΟΤ έκθεση για το Βυζάντιο στην Ουάσινγκτον; Το ποσό ανέρχεται στα 3,5 εκατ. ευρώ. Και ενώ σε οποιαδήποτε άλλη χρονική περίοδο μια τέτοια έκθεση θα μπορούσε να θεωρηθεί σοβαρό άνοιγμα της ελληνικής διπλωματίας και της μουσειακής πολιτικής στο εξωτερικό, αυτή τη στιγμή εγείρονται σοβαρά ερωτηματικά για τη χρησιμότητά της. Πολύ περισσότερο που ήδη στο παρελθόν έχουν διοργανωθεί λαμπρές εκθέσεις παγκόσμιας προβολής για το Βυζάντιο, όπως εκείνες στη Νέα Υόρκη με τη συμμετοχή δεκάδων ελληνικών μουσείων που δάνεισαν εκθέματά τους ή εκείνη του Μουσείου Μπενάκη στο Λονδίνο.
Στο μεταξύ τα κρατικά μουσεία πασχίζουν με ελάχιστα χρήματα να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων στερούμενα ακόμα και στοιχειωδών διευκολύνσεων, όπως καθαρίστριες για τους δημόσιους χώρους τους. Στην παρούσα φάση, 3,5 εκατ. ευρώ ως χορηγία για τις ανάγκες των δημόσιων μουσείων της χώρας θα αποτελούσαν για τα μουσεία ανάσα και για τον ΟΠΑΠ προσφορά με πραγματικό αντίκρισμα στο δημόσιο προφίλ του! Θυμίζουμε ότι ο αμαρτωλός ειδικός λογαριασμός, που πριν γίνει αμαρτωλός χρηματοδοτούσε ανάγκες του ΥΠΠΟ, ακόμα και μισθολογικές, προερχόταν από τον ΟΠΑΠ και η διαχείριση των χρημάτων ήταν ευθύνη του υπουργείου.
Στο μεταξύ, ο υπουργός Πολιτισμού-Τουρισμού ανακοίνωσε το νέο πλαίσιο που θα διέπει τις θεατρικές επιχορηγήσεις δίνοντας βάρος στον αυστηρό έλεγχο και την εξονυχιστική αξιολόγηση. Προφανώς και η χρηματοδότηση χρειάζεται κριτήρια πραγματικά και όχι πρακτική συναλλαγής, εξορθολογισμό και κυρίως στόχο. Αλλά όταν από τη μία τσέπη έχουν φύγει τα ποσά που προαναφέραμε, πώς να πειστούν οι θίασοι ότι από την άλλη τσέπη ήταν αναγκαίο για την περίοδο 2010 - 2011 να μην επιχορηγηθούν; Από την άλλη πλευρά, το νέο μοντέλο των θεατρικών επιχορηγήσεων πάνω σε ποια χρηματοδοτική βάση καλεί τους θεατρικούς θιάσους να υποβάλουν τις προτάσεις τους; Δηλαδή, θα υπάρχει κάθε χρόνο ένας συγκεκριμένος προϋπολογισμός που θα αφορά στο σύνολο των θεάτρων, γνωστός από την αρχή στους ενδιαφερόμενους, ώστε βάσει αυτού να καταρτίζουν τα προγράμματά τους ή θα μιλάμε για έναν προϋπολογισμό λάστιχο; Στη δεύτερη περίπτωση από τη μια πλευρά θα υπάρχει η ευελιξία να ενισχυθεί περαιτέρω μία πολύ καλή πρόταση, αλλά και η ευκολία να λειτουργήσει κανεις πιο ευνοϊκά προς ορισμένες κατευθύνσεις.
Πάντως, είναι καιρός να πάψουν να αντιμετωπίζονται μερικοί καλλιτέχνες του θεάτρου και του κινηματογράφου ως προύχοντες των επιχορηγήσεων, που ενισχύονται ανεξαρτήτως του πόσα έχουν πάρει και για πόσα χρόνια. Πόσω μάλλον όταν τα εισιτήρια που κόβουν τους επιτρέπουν από καιρό να κινηθούν άνετα χωρίς την κρατική στήριξη.
Από την άλλη, ακόμα και εκεί που το ΥΠΠΟΤ προσπαθεί να κόψει ή να περιορίσει, τα πράγματα δεν είναι καλύτερα. Ο εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσών Οργανισμός Προβολής Ελληνικού Πολιτισμού έχει μεν κλείσει, αλλά εξακολουθεί, μέχρι να γίνει η εκκαθάριση, να κοστίζει στο δημόσιο 100.000 ευρώ μηνιαίως. Δηλαδή από τον περσινό Σεπτέμβριο που έκλεισε έχει ήδη κοστίσει 1 εκατ. ευρώ σε μισθούς και λειτουργικά έξοδα, εφόσον οι συμβασιούχοι του οργανισμού μέχρι να λήξουν οι συμβάσεις τους δεν μπορούν να μεταταγούν σε άλλες υπηρεσίες του ΥΠΠΟ.
Κλειστό, αλλά... ανοιχτό, είναι και το Εθνικό Κέντρο Θεάτρου Χορού, το οποίο συνεχίζει να κοστίζει αν και δεν παραμένει ούτε ως τίτλος. Τα μέλη του δ.σ. στην πλειοψηφία τους παραιτήθηκαν από τις συμβάσεις που είχαν υπογράψει. Σύμφωνα με αρμόδιο στέλεχος του ΥΠΠΟΤ, ορισμένοι αρνούνται να παραιτηθούν και συνεχίζουν να αμείβονται μέχρι τέλους της σύμβασής τους, δηλαδή ως τον Αύγουστο.
Οσο για τις εκκαθαρίσεις των δύο παραπάνω οργανισμών, δεν αναμένονται σύντομα. Αυτό σημαίνει ότι θα αργήσουμε να μάθουμε τι απέφεραν, αλλά και τι κόστισαν στο ελληνικό δημόσιο. Επιπλέον η υλικοτεχνική τους υποδομή (υπολογιστές, σκάνερς, μηχανές προβολής, γραφεία κλπ) δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες άλλων υπηρεσιών.
Εδώ πρέπει να προσθέσουμε το 1,3 εκ. ευρώ που πληρώνει το ΥΠΠΟΤ σε ενοίκια προκειμένου να στεγάζονται υπηρεσίες του. Περίπου 360 κτήρια στην Αθήνα καταγράφονται στην περιουσία του και από αυτά, μόνο το 47% χρησιμοποιείται για τις ανάγκες των υπηρεσιών. Το 31% είναι παραχωρημένο σε ιδιωτικούς φορές, συχνά ακόμα και σε φορείς - σφραγίδες και τα υπόλοιπα είναι αναξιοποίητα. Η χρήση τους είτε για τις ανάγκες του Υπουργείου είτε η αξιοποίηση τους προς δημόσιο όφελος θα συνέβαλλαν σε ένα νοικοκύρεμα διόλου ευκαταφρόνητο. Εξάλλου, οι μακροχρόνιες συμβάσεις με πολιτιστικούς και κοινωνικούς φορείς θα μπορούσαν να αποτελέσουν λύση και για αποκατάσταση πολλών κτηρίων. Προς το παρόν, όμως, δεν υπάρχει κάποιο σχέδιο εν αναμονή και του αρχαιολογικού κτηματολογίου.
Παράλληλα, άλλο 1 εκατ. ευρώ περίπου δίνεται κάθε χρόνο για στερήσεις χρήσης, δηλαδή για εκτάσεις δεσμευμένες προς απαλλοτρίωση, των οποίων η απαλλοτρίωση καθυστερεί. Το νοικοκύρεμα και εδώ είναι απαραίτητο. Οι υποθέσεις που βρίσκονται εν αναμονή εκδίκασης φτάνουν τα 90 εκ. ευρώ σε αντικειμενική αξία η οποία βέβαια μπορεί να τροποποιηθεί προς τα πάνω κατά την εκδίκαση των υποθέσεων. Πριν από ένα χρόνο το ποσό για απαλλοτριώσεις που έχει ήδη εκδικαστεί και πρέπει να πληρωθεί έφτανε τα 8 εκατ. ευρώ. Αλλά όπως μας είπε ο πρόεδρος του Ταμείου Αρχαιολογικών Πόρων, Κώστας Μπαλαφούτας «στην πραγματικότητα δεν μπορούμε να έχουμε ποτέ πλήρη εικόνα, αφού πληρώνονται κάποιες απαλλοτριώσεις, αλλά εισρέουν καινούριες και υπάρχουν και εκείνες που βρίσκονται στις άλλες συναρμόδιες υπηρεσίες».
Πάντως στις προθέσεις των αρμόδιων οργάνων του ΥΠΠΟΤ είναι η επαναξέταση εκατοντάδων υποθέσεων, ώστε κάποιες από αυτές να μην φτάσουν ούτε στο ΚΑΣ, εάν δεν συντρέχει σοβαρός αρχαιολογικός λόγος, ενώ ήδη καταγράφονται τα δεσμευμένα ακίνητα και εξετάζονται οι λόγοι για τους οποίους δεσμεύτηκαν. Εν τω μεταξύ, εν αναμονή της ολοκλήρωσης της διαδικασίας πρόσληψης πωλητών για τα πωλητήρια των μουσείων και αρχαιολογικών χώρων, δέκα από αυτά παραμένουν κλειστά. Εδώ κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει τα χαμένα έσοδα, ιδιαίτερα μάλιστα σε τουριστική περίοδο. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΤΑΠ «τα πωλητήρια δεν θα ανοίξουν νωρίτερα από τα μέσα Ιουνίου, διότι η διαδικασία της επιλογής των υποψηφίων ήταν επίπονη δεδομένου ότι δεχθήκαμε περισσότερες από 2.000 αιτήσεις». Αλλά ακόμα και όταν ανοίξουν, οι προβλέψεις των αναμενόμενων εσόδων μόνο ευοίωνες δεν μπορεί να είναι εξαιτίας της ένδειας σε πωλητέα είδη, αλλά και της αδυναμίας του ΤΑΠ, λόγω ελάχιστου προσωπικού, να παραγάγει πολλά αντίγραφα...